Τα παράνομα ιδιαίτερα και ο αθέμιτος ανταγωνισμός

Ζούμε σε μια κοινωνία που ο νόμιμος είναι ο πλέον καταζητούμενος. Αν κάνεις το λάθος και νομιμοποιηθείς την «πάτησες». Όλοι θα σε κυνηγάνε: ΣΔΟΕ, ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, ΕΟΠΠΕΠ… Από την άλλη αν κινηθείς υπογείως, όλα καλά. Δεν τρέχει τίποτα. Τι επιλογές έχεις λοιπόν; Ή ακόμη καλύτερα, τι περιθώρια σου αφήνουν; Ευτυχώς, όμως, που ακόμη υπάρχουν σε κάθε χώρο και κάποιοι ρομαντικοί, που απτόητοι συνεχίζουν. Ως πότε, άγνωστο. Αλλά συνεχίζουν. Χωρίς βοήθεια, χωρίς υποστήριξη, αλλά με όραμα.

Η ζωή είναι υπόθεση προσωπικών επιλογών. Κάποια στιγμή στη ζωή σου καλείσαι να λάβεις κάποιες αποφάσεις που θα σε συνοδεύουν για πάντα. Στην προκειμένη περίπτωση, οι επιλογές είναι δύο: δημόσιο ή ιδιωτικός τομέας. Διαλέγεις και παίρνεις. Θα μου πείτε τι είδους επιλογή είναι αυτή, καθώς τα τελευταία χρόνια, ελέω κρίσης, οι πύλες του δημοσίου μοιάζουν με τις πόρτες της ποίησης στα «Αντικλείδια» του Γ. Παυλόπουλου. Ερμητικά κλειστές. Εκεί που λες θα φτάσεις και θα υλοποιήσεις το στόχο σου, κλείνουν απότομα, εμποδίζοντας την είσοδο σε κάθε ενδιαφερόμενο. Βέβαια, κάποιοι πρόλαβαν και μπήκαν. Άλλες εποχές…

Εφόσον, λοιπόν, η επιλογή χιλιάδων ανθρώπων ήταν ο δημόσιος τομέας και η εξασφάλιση που αυτός παρέχει (όση ακόμη παρέχει), τι δουλειά έχουν σε «ξένα χωράφια»; Η επιλογή τους ήταν αυτή. Σεβαστή. Να υπηρετήσουν την εκπαίδευση μέσω του δημοσίου σχολείου, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους μέσω αυτής της οδού. Όπως επίσης επιλογή τους ήταν να «ξενιτευτούν», ακόμη και σε πολύ απομακρυσμένες έως και δύσβατες περιοχές, μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα, μέχρι να καταφέρουν να επιστρέψουν στον τόπο τους. Επιλογή τους ήταν ακόμη να αφιερώσουν ένα μεγάλο μέρος της ημέρας – λόγω του ελεύθερου χρόνου τους – στην οικογένειά τους και σε πολλές άλλες δραστηριότητες. Όλα αυτά σεβαστά. Γιατί όμως δεν σέβονται και τη δική μας επιλογή;

Το καλό είναι ότι μιλάμε για μία μερίδα «συναδέλφων» (τα εισαγωγικά έχουν το λόγο τους) του δημοσίου, που μάλλον οι «πενιχρές» απολαβές του δεν ικανοποιούν τα μεγαλόπνοα σχέδιά τους. Ευτυχώς – θέλω να πιστεύω – η πλειονότητα των Συναδέλφων (το κεφαλαίο δεν είναι εκ παραδρομής) του δημοσίου σέβονται και τιμούν την επιλογή τους, αλλά και όλων των υπόλοιπων συναδέλφων του ιδιωτικού τομέα. Σ’ αυτούς τους λίγους, λοιπόν, «συναδέλφους» θα αναφερθώ.

Θα θέσω απλώς κάποια απλοϊκά, ίσως και αφελή , ερωτήματα και θα ήθελα (μάταια ίσως) κάποιες απαντήσεις. Βέβαια, θα μου πείτε ποιος θα βρεθεί (επώνυμα μάλιστα) να απαντήσει. Άλλωστε, ποιος δράστης ομολογεί την ενοχή του;

Ερώτημα 1ο: Γιατί αγαπητέ «συνάδελφε» επέλεξες τη σιγουριά και την εξασφάλιση του δημοσίου, εφόσον οι βλέψεις σου ήταν διαφορετικές; Δεν τα έβαλες κάτω να υπολογίσεις τα υπέρ και τα κατά; Αν δεν σου βγαίνουν οι υπολογισμοί, ποτέ δεν είναι αργά. Υπάρχει και ο δρόμος της παραίτησης. Δεν πιστεύω ότι θα σου το αρνηθούν.

Ερώτημα 2ο: Γιατί δε σέβεσαι τον ιερό χώρο του σχολείου, τον οποίο υπηρετείς; Μάλλον, εμείς, αν και δεν τον υπηρετούμε άμεσα, δείχνουμε να τον σεβόμαστε περισσότερο. Ποτέ άλλωστε δεν θα χρησιμοποιούσαμε ακόμη και το προαύλιό του προς άγραν μαθητών. Έλεος.

Ερώτημα 3ο: Ως πότε θα κατηγορείς τα φροντιστήρια, ως τον χειρότερο εχθρό της οικογένειας, υπηρετώντας τον ίδιο θεσμό τα απογεύματα με τον πιο ανίερο τρόπο;

Ερώτημα 4ο: Ως πότε θα κρατάς τις δυνάμεις σου τα πρωινά, «βομβαρδίζοντας» μερικές φορές τους μαθητές ακόμη και με τις πλέον εξεζητημένες ασκήσεις, που μόνο μια αυθεντία του δικού σου βεληνεκούς θα μπορούσε να λύσει;

Ερώτημα 5ο: Ως πότε τα «δικά» σου παιδιά θα γεύονται τους μεγαλύτερους βαθμούς της τάξης;

Ερώτημα 6ο: Ως πότε το κύκλωμα που υπηρετείς θα τρώει σαν σαράκι την ελληνική εκπαίδευση και θα τροφοδοτεί το πραγματικό αδηφάγο τέρας της αληθινής παραπαιδείας; Γιατί εσύ είσαι η πραγματική παραπαιδεία. Εσύ την τροφοδοτείς κι εσύ την γιγαντώνεις. Και είναι , αν μη τι άλλο, ντροπή να κατηγορείς δεξιά και αριστερά το νόμιμο φροντιστήριο, από το οποίο ίσως κι εσύ κάποτε ξεκίνησες, με τη βοήθεια του οποίου ενδεχομένως πέρασες κάποτε στο Πανεπιστήμιο. Αλλά ξεχνάς εύκολα. Αυτό είναι το κακό. Όχι μόνο δικό σου, αλλά του λαού μας. Ότι ξεχνάμε εύκολα, ιδιαίτερα όταν περνάμε στην αντίπερα όχθη. Και άλλα πολλά ερωτήματα, που πραγματικά θα ήθελα να σου θέσω ενώπιον ενωπίω. Αλλά που τέτοια τύχη;

Αυτά τα ερωτήματα, λοιπόν, και άλλα πολλά, ξέρω ότι θα παραμείνουν αναπάντητα. Όπως αναπάντητα έμειναν χρόνια, δεκαετίες τώρα. Όμως χαμένη μάχη είναι αυτή που δεν άρχισε ποτέ. Και θα δώσουμε τη μάχη μας. Απέναντι σε κυκλώματα και θηρία. Αλλά πιστεύω θα δικαιωθούμε αργά ή γρήγορα. Είναι να μην γίνει η αρχή. Αν γίνει, όλα θα πάρουν το δρόμο τους.

Το κείμενο αυτό απευθύνεται σε λίγους. Σε συγκεκριμένους. Στους γνωστούς – αγνώστους. Κι όχι βέβαια, στους πραγματικούς ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ του δημοσίου, που καθημερινά δίνουν έναν άνισο αγώνα, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Γιατί υπάρχει και η φωτεινή πλευρά του θέματος. Οι περιπτώσεις εκείνων των ανθρώπων που στο παρελθόν μας ενέπνευσαν να ακολουθήσουμε τα βήματά τους. Εκείνων των ανθρώπων που μέσα στη μουντή αίθουσα του σχολείου φώτιζαν και συνεχίζουν να φωτίζουν με τη λάμψη τους κι αποτελούν φάρους για τα όνειρα των μαθητών τους. Εκείνων των ανθρώπων που ντρέπονται για τις επιλογές κάποιων «συναδέλφων» τους που αμαυρώνουν το λειτούργημά τους. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους πραγματικά υποκλινόμαστε…

Άρης Ιωαννίδης*
Φιλόλογος

Σχετικές δημοσιεύσεις