Oι αλήθειες πρέπει να λέγονται.

Με την υπόθεση των υποκλοπών να φτάνει στο αποκορύφωμά της σε μερικές μέρες απο τώρα, νομίζω πως ήρθε η ώρα να πούμε εδώ μερικές αλήθειες, έστω και άβολες ή δυσάρεστες για πολλούς.
Και θα τις πούμε με χαρά αλλά και με παρρησία και όσο αυτό ειναι δυνατόν, χωρίς μυωπικές προσεγγίσεις και χωρίς συμπλέγματα.
Η υπόθεση των υποκλοπών λοιπόν, συνιστά αναμφισβήτητα τη μεγαλύτερη αστοχία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αν όχι τον ορισμό του τέλειου αυτογκόλ.
Και αυτό αφορά και στην επιχειρησιακή αλλά και στην επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος.
Είτε γιατι έγιναν εξαρχής κακές επιλογές προσώπων και λήφθηκαν λάθος αποφάσεις, είτε γιατι δεν ξηλώθηκαν εγκαίρως κυκλώματα μέσα στην ΕΥΠ, είτε γιατι κάπου χάθηκε ο έλεγχος και δεν υπήρξε συνετή διαχείριση, είτε γιατι ολα τα παραπάνω, γεγονός παραμένει οτι η υπόθεση επληξε το θεσμικό προφίλ της κυβέρνησης, επέτεινε ως ένα βαθμό τη φθορά της και ανάλωσε μέρος του πολιτικού της κεφαλαίου.
Αυτά, όσο κι αν δεν μας αρέσουν, είναι κατα τη γνώμη πολλών, γεγονότα αναμφισβήτητα και δεν ωφελεί να τα κρύβουμε κάτω απ´το χαλί.
Πέρα ομως απ´αυτά, το βασικό ειναι οτι η υπόθεση αυτή που ταλανίζει τη χώρα το τελευταίο πεντάμηνο, θάμπωσε άδικα την εικόνα του κυβερνητικού έργου, ενός έργου που υπήρξε αξιόλογο, πολυεπίπεδο και πολυσχιδές, απέσπασε την προσοχή του κόσμου απ´τα σημαντικά, πάγωσε ενα μέρος του κεντροαριστερού ακροατηρίου που εμπιστεύθηκε Κυριάκο το ‘19 και-το κυριότερο-έδωσε δικαιώματα στους κακοποιούς του Σύριζα να ομιλούν για θεσμούς, κράτος δικαίου και ανθρώπινες ελευθερίες.
Ποιοί ; Αυτοί που υπέκλεψαν δολίως την εξουσία με τερατώδη ψέμματα εξαπατώντας τον κόσμο, αυτοί που κυβέρνησαν με ακροδεξιούς κλόουν, αυτοί που μας έφεραν ένα βήμα πριν απ´το γκρεμό, αυτοί που έστησαν σκευωρίες, αυτοί που αποκαλούσαν τις ανεξάρτητες αρχές “σκουπίδια”, αυτοί που απειλούν τώρα ξεδιάντροπα οτι “η δεύτερη φορά θάναι αλλιώς”.
Ο Μητσοτάκης ο ίδιος, αναγνώρισε το λάθος, ανέλαβε την πολιτική ευθύνη κάνοντας έστω και εκ των υστέρων αλλαγές προσώπων και ενίσχυσε το θεσμικό πλαίσιο που αφορά στις διαδικασίες των παρακολουθήσεων. Μπορεί ολα αυτά να μην θεωρούνται απο πολλούς επαρκή, μπορεί να έγιναν ίσως αργά, μπορεί να μην λύνουν εντελώς το πρόβλημα και να μην εξαλείφουν τις χρόνιες παθογένειες, είναι ομως τουλάχιστον μιά έντιμη αρχή.
Και πηγαίνοντας τώρα στο δια ταύτα.
Απο τη μιά μεριά έχουμε μια κυβέρνηση που αντιμετώπισε δεκάδες και πρωτοφανείς προκλήσεις λίγους μόνο μήνες αφ´ότου ανέλαβε την εξουσία. Μεταξύ αυτών και μιά κακόβουλη, υπονομευτική μείζονα αντιπολίτευση.
Και που παρ´όλα αυτά κάνοντας μιά μεγάλη επανάσταση, ψηφιοποίησε το κράτος, ανέταξε την οικονομία, αύξησε το διαθέσιμο εισόδημα, μείωσε σημαντικά την ανεργία, έφερε εμβληματικές ξένες επενδύσεις, αναβάθμισε γεωπολιτικά τη χώρα, έκανε μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, έκανε πολλά βήματα μπροστά στο μεταναστευτικό.
Πολλοί μπορεί να περίμεναν περισσότερα-απολύτως σεβαστό κι αυτό.
Και υπήρξαν προφανώς και λάθη, και αστοχίες και αναποφασιστικότητα αλλά και ολιγωρία σε κάποιες περιπτώσεις.
Η πολιτική ομως, εδώ και πολλά χρόνια παραμένει η τέχνη του εφικτού και το τέλειο και το αλάνθαστο υπάρχουν μόνο ως φαντασιακά κατασκευάσματα.
Και όσο κακόπιστος και να ειναι κανείς, δεν μπορεί παρα να αναγνωρίσει οτι η ευρωπαική Ελλάδα του ‘23, καμμιά σχέση δεν έχει με τη βαλκανική ψωροκώσταινα που παρέδωσε ο Σύριζα το ‘19.
Αυτά λοιπόν θα μπούν στο ζύγι της κρίσης στις επόμενες εκλογές.
Όπου οι πολίτες θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στην πορεία προς τα μπρός-εστω και οχι πάντα και εντελώς ανέφελη-και σ´ένα καταστροφικό πισωγύρισμα.
Το διακύβευμα ειναι τεράστιο και με την έννοια αυτη οι επόμενες εκλογές ειναι ισως οι κρισιμότερες της Μεταπολίτευσης.

Kyriakos Berberidis

Σχετικές δημοσιεύσεις