Κεντροδεξιά κόμματα και Σοσιαλιστές επανακάμπτουν έναντι των λαϊκιστών και της ακροδεξιάς που εμφανίζουν δημοσκοπική καθίζηση τα τελευταία χρόνια
Για μία εντυπωσιακή επιστροφή των λαϊκών κομμάτων της κεντροδεξιάς στην Ευρώπη μιλά η γερμανική εφημερίδα Die Welt η οποία σε εκτενές αφιέρωμά της επισημαίνει ότι τελικώς όπως φάνηκε τα τελευταία χρόνια η αναμενόμενη επέλαση των λαϊκιστών δεν ήρθε.
Στο κείμενό της η Welt αναφέρει ως χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της επανόδου της Κεντροδεξιάς, τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, την Φινλανδή ομόλογό του, Σάνα Μαρίν, και τον επικεφαλής της ισπανικής Κεντροδεξιάς, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η άνοδος των λαϊκίστικων κομμάτων στην Ευρώπη φαινόταν ασταμάτητη. Ωστόσο, πρόσφατα, τα παραδοσιακά κόμματα – Κεντροδεξιά και Σοσιαλδημοκρατία – δείχνουν μία εντυπωσιακά καλή απόδοση. Το πανευρωπαϊκό «αντίο» στους Συντηρητικούς και τους Σοσιαλδημοκράτες ήταν πρόωρο, σχολιάζει η εφημερίδα «Die Welt».
Οι δημοσκοπήσεις για τις φετινές επερχόμενες εκλογές επιβεβαιώνουν την τάση. Σε μία μόνο χώρα, η τάση είναι αντίστροφη, όπως επισημαίνει το σχετικό δημοσίευμα.
Στην Ισπανία, για παράδειγμα, θα διεξαχθούν εκλογές το φθινόπωρο. Τα δύο παραδοσιακά κόμματα θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους: η ισπανική Κεντροδεξιά, με επικεφαλής τον Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, ο οποίος προηγείται στις δημοσκοπήσεις με 31%, με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSOE) με ποσοστό 25%. Στο μεταξύ, το ακροδεξιό κόμμα «Vox», το οποίο ιδρύθηκε μόλις το 2013 και στη συνέχεια σημείωσε συνεχή άνοδο, σταμάτησε να ενισχύεται. Το 2019, το εν λόγω κόμμα ανήλθε στο 15% και αυτή τη στιγμή βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο.
Πριν από τους Ισπανούς όμως, όπως επισημαίνει η εφημερίδα «Die Welt», οι Έλληνες θα κληθούν στις κάλπες, όπου όλα δείχνουν εκλογική νίκη της συντηρητικής παράταξης της Νέας Δημοκρατίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Υπενθυμίζεται πως η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές του 2019 με ποσοστό 39,85% έναντι του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος συγκέντρωσε 31,53% των ψήφων. Ωστόσο σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, στην τελευταία στροφή πριν από τις κάλπες η κυβερνώσα παράταξη εμφανίζει ποσοστά της τάξεως άνω του 30% ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην ζώνη πάνω από το 20%.
Η Σάνα Μαρίν στη Φινλανδία
Η πρωθυπουργός της Φινλανδίας, Σάνα Μαρίν, χρησιμοποίησε τον όρο «Sisu» στο πρωτοχρονιάτικο διάγγελμά τη, μία λέξη που μπορεί να μεταφραστεί ως «δύναμη» ή «αντοχή». Καθώς μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και υπό την ρωσική απειλή, η Φινλανδία έλαβε την απόφαση να αγωνιστεί για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ μετά από δεκαετίες ουδετερότητας, όπως τόνισε. Άλλωστε περισσότεροι από τους μισούς Φινλανδούς υποστηρίζουν τώρα την προσχώρηση της χώρας τους στην Βορειοατλαντική Συμμαχία. Στις 2 Απριλίου, η Φινλανδία θα είναι η πρώτη χώρα της Ε.Ε που θα εκλέξει νέα βουλή και η Μαρίν θέλει να υπερασπιστεί τη θέση της ακολουθώντας μία σκληρή στάση απέναντι στη ρωσική απειλή.
Στα μέσα Δεκεμβρίου, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της χώρας αποσπούσε το 19% των ψήφων στις δημοσκοπήσεις ενώ το Συντηρητικό Κόμμα παρέμενε η ισχυρότερη δύναμη με 25%. Επιπλέον, το κόμμα της Μαρίν διατηρεί μία άτεγκτη στάση έναντι του Κρεμλίνου θέτοντας, όπως επισημαίνει, ως απόλυτη προτεραιότητα, το θέμα της ασφάλειας της χώρας. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το εθνικιστικό κόμμα «True Finns» δεν τα πάει καλά σύμφωνα με τη Welt.
Αν και έχει ταχθεί υπέρ της ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ, δυσκολεύεται να τοποθετηθεί ως κόμμα κατά του κατεστημένου υιοθετώντας τον συνήθη λαϊκίστικο λόγο. Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το κόμμα «True Finns» καταλαμβάνει την τρίτη θέση αποσπώντας περίπου το 18% ψήφων παραμένοντας στάσιμο τα δύο τελευταία χρόνια.
Η άνοδος της ακροδεξιάς και η επάνοδος της κεντροδεξιάς
Στη Φινλανδία, πάντως, εμφανίζεται μια τάση που μπορεί να παρατηρηθεί αυτή τη στιγμή σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Για πάνω από δέκα χρόνια, η άνοδος των ακροαριστερών και ακροδεξιών κομμάτων φαινόταν ασταμάτητη. Τώρα όμως οι εθνικιστές κερδίζουν δύσκολα την εμπιστοσύνη των πολιτών.
«Όποιος ρίξει μία ματιά στις επερχόμενες εκλογές που αναμένονται σε πολλές χώρες, θα διαπιστώσει ότι τα κόμματα της Κεντροδεξιάς έχουν σταθεροποιηθεί ταυτόχρονα», αναφέρει η Welt. Το 1997, 24 από τα 27 κράτη – μέλη της Ε.Ε, εξακολουθούσαν να κυβερνώνται από τα δύο μεγάλα παραδοσιακά κόμματα – την Κεντροδεξιά και τους Σοσιαλδημοκράτες. Σε 13 χώρες, υπήρξαν Σοσιαλδημοκράτες πρωθυπουργοί και σε έντεκα Συντηρητικοί. Στις υπόλοιπες τρεις χώρες, την ηγεσία είχαν στα χέρια τους οι Φιλελεύθεροι. Μέχρι το τέλος του 2022, αυτή η εικόνα άλλαξε ριζικά.
Μόνο σε 15 χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, στην κυβέρνηση είναι Σοσιαλδημοκράτες ή Κεντροδεξιοί. Οι Φιλελεύθεροι έχουν τα ηνία σε έξι χώρες, ενώ τέσσερις αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων ανήκουν σε κόμματα που συνδέονται με την υπερσυντηρητική ομάδα «ECR» του Ευρωκοινοβουλίου, η οποία συγκεντρώνει αρκετά λαϊκίστικα και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα. Αυτές οι τέσσερις χώρες είναι η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Ιταλία και η Τσεχία.
Ωστόσο, σε πολλές χώρες, ακροαριστερά και και ακροδεξιά κόμματα συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Οι εθνικιστές στην κυβέρνηση της Σουηδίας
Για πρώτη φορά, από τις περσινές εκλογές, η Σουηδία απέκτησε κυβέρνηση που εξαρτάται από την υποστήριξη των εθνικιστών «Σουηδών Δημοκρατών».
Η Μελόνι που συντάραξε την Ιταλία
Την ίδια περίοδο, η Τζόρτζια Μελόνι αναδεικνύεται νικήτρια στις εκλογές της Ιταλίας με το κόμμα της «Fratelli d’Italia». Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ξεκάθαρη τάση στην Ευρώπη, όπως μπορεί να συνέβαινε μερικά χρόνια πριν.
Η Αυστρία και η αντιστροφή της τάσης
Ωστόσο, στην Αυστρία, η τάση είναι αντίστροφη, σπεύδει να επισημάνει το γερμανικό δημοσίευμα. Το ακροδεξιό «Κόμμα της Ελευθερίας» (FPÖ) είναι πια πρώτη δύναμη στην Αυστρία ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων που αναμένονται το προσεχές διάστημα σε επίπεδο κρατιδίων για τη βουλή (στο ομόσπονδο κρατίδιο της Κάτω Αυστρίας στις 29 Ιανουαρίου) και σε εθνικό (κάλπες πριν την εκπνοή του 2024).
Από 11% που συγκέντρωνε τον Απρίλιο του 2020, το κόμμα FPÖ του Χέρμπερτ Κικλ πλέον συγκεντρώνει στις δημοσκοπήσεις 28% και ηγείται της προεκλογικής κούρσας, όπως σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι «Financial Times». Στη δεύτερη θέση ακολουθούν οι Σοσιαλδημοκράτες (SPÖ) με 25% και στην τρίτη το κεντροδεξιό Λαϊκό κόμμα (ÖVP) του νυν καγκελαρίου Καρλ Νεχάμερ με 21%, ενώ οι Πράσινοι βρίσκονται ακόμη πιο πίσω με 10%. Σημειώνεται ότι στον σημερινό αυστριακό κυβερνητικό συνασπισμό, συμμετέχουν επί του παρόντος οι Κεντροδεξιοί (ÖVP) και οι Πράσινοι.