Ακίνητα: Τι σηματοδοτεί το ράλι των τιμών

Μετά από περίοδο έντονης κάμψης που οφειλόταν στη βαθιά οικονομική κρίση, από το 2018 έως σήμερα οι τιμές των ελληνικών ακινήτων έχουν ανακάμψει σε μεγάλο βαθμό, χωρίς ωστόσο να έχουν επιστρέψει στα επίπεδα του 2007, όταν είχαν σημειώσει το ιστορικό υψηλό τους σημείο.

Αξιοπρόσεκτο, επίσης, είναι το ότι η άνοδος στις τιμές (όλων των κατηγοριών) των ελληνικών ακινήτων συνεχίστηκε και μέσα στο 2023, σε μια περίοδο όπου η κτηματαγορά στις χώρες του εξωτερικού αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις εξ’ αιτίας της εκτόξευσης των επιτοκίων. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η υπεραπόδοση των ελληνικών ακινήτων σε σχέση με το εξωτερικό οφείλεται κυρίως σε παράγοντες, όπως:

Η ισχυρότερη πορεία του Α.Ε.Π. της χώρας σε σύγκριση με το μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η απουσία μεγάλων κατασκευαστικών Ομίλων που έχουν ιδιαίτερη έκθεση σε τραπεζικό δανεισμό, άρα και που πιέζονται να ρευστοποιήσουν όπως-όπως τα ακίνητά τους.
Η περιορισμένη προσφορά ακινήτων, ιδίως σε συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων (π.χ. σύγχρονοι αποθηκευτικοί χώροι, ποιοτικά συγκροτήματα πράσινων γραφείων, κ.λπ.).
Η αξιοσημείωτη ζήτηση τόσο εξ’ αιτίας του αυξημένου εισερχόμενου τουρισμού (π.χ. airb&b), όσο και μέσω του προγράμματος Golden Visa (αγορές από κατοίκους του εξωτερικού).
H πολιτική των τραπεζών και των servicers να μην προβαίνουν σε μαζικούς πλειστηριασμούς ακινήτων, αλλά και το περιεχόμενο του θεσμικού πλαισίου που υποχρεώνει τις τράπεζες και τα funds να ορίζουν ελάχιστες τιμές πώλησης με βάση τις εκθέσεις εκτιμητών, δηλαδή πολύ κοντά στις τρέχουσες τιμές της αγοράς, γεγονός που δεν θα προκαλέσει υπερπροσφορά και μαζικές πιέσεις στις αξίες των ακινήτων.

Οφέλη και παρενέργειες

Από τη μια πλευρά, η ζωηρή εικόνα που εμφανίζει τα τελευταία χρόνια η εγχώρια αγορά ακινήτων χαροποιεί τόσο την κυβέρνηση (ισχυρή ζήτηση για αγορές από το εξωτερικό, εισαγωγή συναλλάγματος, αυξημένα φορολογικά έσοδα, τόνωση οικοδομικής δραστηριότητας και των τόσο πολλών συναφών κλάδων, νέες θέσεις εργασίας, πρόσθετα εισοδήματα πολλών νοικοκυριών από τη δραστηριότητα του airb&b), όσο και τις τράπεζες και τους servicers (μεγάλη διευκόλυνση στην αντιμετώπιση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ας μην ξεχνούμε πως οι τράπεζες αποτελούν το μεγαλύτερο ιδιοκτήτη ακινήτων στη χώρα).

Από την άλλη πλευρά, όμως, το ράλι στις τιμές των ακινήτων και η παράλληλα ανοδική πορεία των ενοικίων προκαλούν μια σειρά προβλημάτων στις οικογένειες εκείνες που επιθυμούν είτε να αγοράσουν, είτε να ενοικιάσουν ακίνητα. Μεγαλύτερο πρόβλημα παρατηρείται στους φοιτητές, στους δημοσίους υπαλλήλους που μετατίθενται εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας της και στους νέους ανθρώπους που θέλουν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια, σε μια περίοδο όπου το δημογραφικό αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Ο προβληματισμός γίνεται ακόμη μεγαλύτερος, καθώς παράγοντες της αγοράς προβλέπουν πως οι τιμές των ακινήτων έχουν σαφή περιθώρια ανόδου και κατά τα επόμενα χρόνια, στο βαθμό που θα επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για σημαντική αύξηση του τουρισμού και για μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας κατά 2%-3%. Αναφερόμενοι για παράδειγμα στην περίπτωση της Αττικής, εστιάζουν για παράδειγμα στην όλη κατάσταση που θα δημιουργηθεί μετά την ολοκλήρωση του project στο Ελληνικό, καθώς μέχρι σήμερα έχουν προεξοφληθεί μόνο έως ένα βαθμό οι επιδράσεις της συγκεκριμένης επένδυσης.

Οι κυβερνητικές αντιδράσεις προκειμένου να λειανθούν οι κοινωνικές παρενέργειες από μια σημαντική νέα άνοδο στις τιμές των ακινήτων φαίνεται να προσανατολίζονται σε τρεις κατευθύνσεις:

Πρώτον, στο να επεκτείνουν-ενισχύσουν προγράμματα όπως το υπάρχον «σπίτι μου» (δανειοδότηση με ευνοϊκότερους όρους σε ζευγάρια νέας ηλικίας).

Δεύτερον, στο να δώσουν κίνητρα προκειμένου εκατοντάδες χιλιάδες ακίνητα που είναι σήμερα «κλειστά» να μπουν σταδιακά στην αγορά, είτε προς πώληση, είτε κυρίως προς ενοικίαση. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει και μια σειρά ωφελειών τόσο για τους κατόχους των συγκεκριμένων ακινήτων, όσο και για την οικονομία γενικότερα, καθώς θα μπει στην πραγματική οικονομία ένα σημαντικό περιουσιακό της στοιχείο της χώρας που σήμερα βρίσκεται σε πλήρη αδράνεια.

Και τρίτον, μέσα από την παρότρυνση προς τις τράπεζες να επιστρέψουν στο μέτωπο της στεγαστικής πίστης και να αυξήσουν τις δανειοδοτήσεις τους για την αγορά και την επισκευή ακινήτων.

Ήδη μέσα από το πρόγραμμα «σπίτι μου» -προβλέπεται επιδότηση σε σημαντικό βαθμό του επιτοκίου στη λήψη στεγαστικών δανείων από νέα ζευγάρια έως 39 ετών- μέχρι τις προηγούμενες ημέρες είχαν δοθεί 3.200 τέτοια στεγαστικά δάνεια από τις τράπεζες.

Ωστόσο, όλοι αντιλαμβάνονται πως κάτι (πολύ) περισσότερο θα πρέπει να γίνει προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, προκειμένου να αμβλυνθεί το πρόβλημα. Ορισμένοι μάλιστα έχουν σπεύσει να προτείνουν τον συνδυασμό των συγκεκριμένων κινήτρων με τον ευρύτερο στόχο της χώρας για αντιμετώπιση δύο άλλων πολύ σοβαρών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, που είναι το δημογραφικό και το περιφερειακό (ερημώνουν τα χωριά, γερνάνε οι κωμοπόλεις).

Πολύ φοβούμαστε ότι τα όποια μέτρα έχει πάρει -ή θα ανακοινώσει την προσεχή άνοιξη- η κυβέρνηση για τη στήριξη των νέων οικογενειών και τη γέννηση παιδιών θα αποτελέσουν σταγόνα στον ωκεανό, τουλάχιστον για την ελληνική περιφέρεια. Ενδεικτική ήταν η απάντηση της προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (Σ.Β.Ε.) Λουκίας Σαράντη σε ερώτημα που της τέθηκε. Ανέφερε χαρακτηριστικά πως, οι βιομηχανίες εξετάζουν τρόπους για να αναζητήσουν εργαζόμενους μεταξύ των οικονομικών μεταναστών της χώρας, συμπληρώνοντας πως δεν είναι μόνο το επίπεδο των μισθών που αποτρέπει την εργασία στη βιομηχανία, αλλά κυρίως η έλλειψη ανθρώπινης δεξαμενής στην επαρχία, καθώς οι ολοένα και λιγότεροι νέοι άνθρωποι την εγκαταλείπουν.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τους ίδιους κύκλους, χρειάζονται πολύ πιο δραστικά και άμεσα μέτρα από την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, προγράμματα τύπου «σπίτι μου», ή «ανακαινίζω-ενοικιάζω» να είναι πολύ πιο γαλαντόμα στην επαρχία σε σχέση με την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ή να προτιμώνται να προσληφθούν στο Δημόσιο άτομα που θα μένουν στην επαρχία και θα δουλεύουν με τηλεεργασία.

Σχετικές δημοσιεύσεις