Φοβάμαι, παίρνω τρομάρα. Προκύπτει από το «χέζομαι από τον φόβο».
Συνώνυμο: κλάνω μέντες.
Έχει εξακριβωθεί επιστημονικά ότι σε περιπτώσεις φόβου ο άνθρωπος νιώθει την ανάγκη να προβεί σε διαφόρων ειδών εκκρίσεις(εμετός, σκατά, κατρουλίνη και άλλα όμορφα).
Φοβήθηκα πάρα πολύ.
Με αυτά και με τα άλλα κάποιοι ή σχεδόν όλοι κάποια ώρα θα το νοιώσουν έντονα αυτό το φαινόμενο…
Έφθασε το σκατό στην κάλτσα…
